του Γιάννη Πανάγου
Το τελευταίο δίµηνο δεν ήταν και το καλύτερο για τον αγροτικό χώρο. Με τις αποκαλύψεις για εκτεταµένες απάτες στη διαχείριση των κοινοτικών ενισχύσεων να µην έχουν τέλος και τον προϋπολογισµό της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής 2028-2034 να συρρικνώνεται, οι αγρότες υποχρεώνονται σε διάταξη αµυντική.
Την ίδια στιγµή, οι τιµές παραγωγού για τα περισσότερα προϊόντα φυτικής παραγωγής, ιδίως των αροτραίων καλλιεργειών, συνεχίζουν την κατιούσα. Ο προβληµατισµός για το τι θα καλλιεργήσουν οι αγρότες τη νέα χρόνια χρονιά περισσεύει. Σιτηρά, βαµβάκι, µηδική, ακόµα και το ρύζι, βρίσκονται σε πίεση.
Για πολύ συγκεκριµένους λόγους, αντιµέτωπος µε τεράστιες δυσκολίες βρίσκεται αυτό τον καιρό και ο κλάδος της αιγοπροβατοτροφίας, όσο τα κρούσµατα ευλογιάς αυξάνονται και οι µονάδες υποχρεώνονται σε θανατώσεις ζώων.
Από την άλλη πλευρά, βοοτροφία, πτηνοτροφία, χοιροτροφία φαίνεται να περνούν ένδοξες µέρες, καθώς οι τιµές του κρέατος κινούνται ανοδικά. Θα µπορούσε να πει κανείς ότι σ’ αυτό το περιβάλλον, µόνο το καλαµπόκι µπορεί να διαγράψει µια ενδιαφέρουσα πορεία για τους καλλιεργητές, καθώς η εγχώρια παραγωγή παραµένει ελλειµµατική και οι τιµές εισαγωγής δεν πιέζουν την κατάσταση.
Μπορεί να αντεπεξέλθει σ’ αυτές τις δύσκολες εποχές η αγορά µηχανηµάτων µόνο µε τις επενδύσεις των καλλιεργητών καλαµποκιού; Και πόσο µπορεί να επενδύσει κάποιος αποφασιστικά σε ένα προϊόν µε ρευστή γενικά αγορά, όπως είναι το καλαµπόκι;
Σίγουρα, το µέλλον της ελληνικής γεωργία θα πρέπει να αναζητηθεί σε προϊόντα µεγαλύτερης υπεραξίας, όπως είναι τα κηπευτικά και οι δενδρώδεις καλλιέργειες και να αναζητηθούν επενδύσεις (π.χ. ψεκαστικά ροµπότ) οι οποίες δύναται να περιορίσουν θεαµατικά το κόστος των εισροών.
Εν τω µεταξύ, διάφορες επιδοτήσεις όπως των Σχεδίων Βελτίωσης και του Ταµείου Ανάκαµψης βοηθούν να πάρουν το «πράσινο φως» κάποιες συµφωνίες. Όµως, ενώ αυτό το επιπλέον κίνητρο είναι ευπρόσδεκτο, αποτελεί και δίκοπο µαχαίρι. Σηµαίνει ότι σχεδόν καινούρια µηχανήµατα υποτιµώνται σε τιµές χαµηλότερες από εκείνες ενός καινούριου, αφαιρώντας την αξία της επιδότησης. Και ύστερα υπάρχει η βιασύνη να φτάσουν τα µηχανήµατα από το εργοστάσιο στη φάρµα µέσα στον προβλεπόµενο χρόνο, µε το «µπουµ» των πωλήσεων να σηµαίνει στη συνέχεια ότι η ζήτηση για τέτοια µηχανήµατα µπορεί να σβήσει τα επόµενα χρόνια, ώσπου να αποκατασταθεί η φυσική ισορροπία.
Οι έµποροι λένε ότι θα προτιµούσαν να πουλούν έναν ικανοποιητικό αριθµό µηχανηµάτων κάθε χρόνο, ώστε να µπορούν να διαχειρίζονται καλύτερα τις ταµειακές ροές, παρά να έχουν να αντιµετωπίσουν περιόδους υπερβολικής ζήτησης που συχνά προκαλούν οι επιδοτήσεις.
Για τους πιο κυνικούς, οι επιδοτήσεις µπορεί να σηµαίνουν ότι οι τιµοκατάλογοι παίρνουν την ανιούσα ή ότι σίγουρα δεν υπάρχουν τα ίδια επίπεδα εκπτώσεων που ίσως υπήρχαν σε άλλες εποχές. Από την άλλη, είναι ευχάριστο να υπάρχει λίγη βοήθεια στην αποπληρωµή ενός µηχανήµατος, ειδικά αν ήταν ήδη στη λίστα των επενδύσεων που ευελπιστούσε να κάνει κανείς.